Απλά τέλειο. Ένας κορυφαίος λογοτέχνης γράφει εξαιρετικά μια σκληρή ιστορία. Ο G.Pelecanos έχει το χάρισμα και την τύχη να είναι ένας από τους καλύτερους συγγραφείς της δεκαετίας μας. Το ότι γράφει noir ιστορίες είναι δική μας τύχη.

Όπως συνήθως, στις σελίδες της «Φλεγόμενης Πόλης» δεν θα βρείτε κανένα σασπένς με την κλασσικά αστυνομική έννοια του όρου. Κανένα κυνηγητό, καμιά έκπληξη, καμιά ανατρεπτική πλοκή. Κι όμως δεν θες να αφήσεις αυτό που διαβάζεις. Σαν να νιώθεις ένα γαργαλητό στον νωτιαίο μυελό. Μια γλυκιά ανατριχίλα. Σαν να ακούς εσύ ο ίδιος τον Otis Redding. Σαν να περπατάς στους δρόμους της μαύρης πρωτεύουσας. Σαν να παίρνεις κι εσύ τον καφέ σου στο cafe grill ενός ακόμα Ελληνοαμερικανού μετανάστη.

Βρισκόμαστε στην άνοιξη του 68, πού αλλού; Στην Ουάσινγκτον. Ο Ντέρεκ Στρέιντζ μεγαλώνει νιώθοντας θαυμασμό για την αστυνομία και αγάπη για τους μαύρους αδερφούς του. Έτσι, καταλήγει να γίνει κι ο ίδιος αστυνομικός, ενώ ο αδερφός του, Ντένις Στρέιντζ, μεγαλώνει με μια αναπηρική σύνταξη και καμία προοπτική βελτίωσης της ζωής του. Είναι ένας άντρας με καλές προθέσεις αλλά κακές συνήθειες.

Ο Ντέρεκ πελαγοδρομεί ανάμεσα στον ρατσισμό, στην βία που αναπτύσσεται σαν απάντηση, σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία, στην προσωπική εκδίκηση, στο καθήκον. Κι όμως δεν πνίγεται. Περιπλανιέται σε μια πόλη βυθισμένη στο χάος, ελίσσεται ανάμεσα σε λευκές και μαύρες συμμορίες της επαναστατημένης νεολαίας του 60. άλλωστε ο πρωτότυπος (και καλύτερος) τίτλος του βιβλίου είναι “Hard Revolution”.

Ο ντετέκτιβ Φρανκ Βον προσπαθεί να ξεδιαλύνει το μυστήριο της δολοφονίας ενός νεαρού μαύρου άντρα. Η προσωπική του ζωή βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού, μα το αστυνομικό του ένστικτο δεν τον αφήνει να ησυχάσει, μέχρι να βρει τον ένοχο.

Δύο αστυνομικοί που προσπαθούν να κάνουν τη δουλειά τους, ενώ γύρω τους μαίνεται μια βίαιη εξέγερση.

Οι δρόμοι τους συναντιούνται τον Απρίλιο του 68 όταν η δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ βυθίζει την Ουάσινγκτον στο χάος.

Σε μια συνέντευξή του στον Αγγελιοφόρο, ο Pelecanos συνοψίζει σε λίγες φράσεις την ουσία: «Το σκηνικό, από μόνο του, μπορεί να περιγράψει τα κοινωνικά ζητήματα που προσπαθώ να θίξω. Τα μυθιστορήματά μου διαδραματίζονται στην άλλη πλευρά της πόλης, όχι μόνο γιατί εκεί διαπράττεται το έγκλημα, αλλά κυρίως επειδή ο συγκεκριμένος τόπος δραστηριότητας μου επιτρέπει να αρθρώσω το μεγάλο “Γιατί;”. Και αυτό είναι που προσπαθώ, στην ουσία, να κάνω. Να θέσω κάποια ερωτήματα. Εάν είχα τις απαντήσεις, θα έγραφα το δικό μου μανιφέστο και όχι πεζογραφία».

Εξαίρετοι χαρακτήρες, γλυκιά και ταυτόχρονα τραχιά ιστορία, μαύρη μουσική που πλημμυρίζει τις σελίδες. Μυθιστόρημα βαθιά πολιτικό, άμεσης κοινωνικής κριτικής, χωρίς διδακτικό τόνο και βερμπαλισμό. Μυθιστόρημα πρώτου επιπέδου. Απλά διαβάστε το.

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *