Σκυλιά που κοιμούνται

O Juan Madrid γράφει ένα μεγάλο μυθιστόρημα για την Ισπανία του 20ου αιώνα. Για την απέλπιδα προσπάθεια του λαού της Ισπανίας να υπερασπίσει την νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνησή του. Για την διεθνή ασφυξία της νεαρής ισπανικής δημοκρατίας υπό το πρόσχημα της “μη επέμβασης”, την ώρα που οι φασίστες πραξικοπηματίες εφοδιάζονταν αφειδώς. Για την αλλαγή πλεύσης των δυτικών συμμάχων, μετά τον πόλεμο, όταν τα παχιά λόγια περί δημοκρατίας πήγαν περίπατο μπροστά στην ανάγκη αντικομμουνιστικών οχυρωμάτων στη νότια Ευρώπη. Και όλα αυτά με άξονα την ιστορία τριών ανθρώπων: Του επιθεωρητή ασφαλείας, φαλλαγίτη, Ντίμας Πράδο. Του δημοκρατικού αντισυνταγματάρχη Χουάν Ντελφόρο Φαρέλ. Της συζύγου του Ντελφόρο, Κάρμεν Μουνιόθ. Οι τρεις συνδέονται περίεργα και υπαινικτικά, με την αλήθεια να μην ξεπροβάλει ποτέ φανερά και κατηγορηματικά, ούτε καν στο τέλος.

Ο Ντίμας Πράδο είναι ένα σκυλί. Χωρίς ψυχή και συνείδηση, τρέφεται με σάρκες ανθρώπων. Μοιάζει απελπιστικά με τα σκυλιά της γης του κανένα. Η “γη του κανένα” είναι τα λίγες δεκάδες μέτρα που επί δυόμισι χρόνια χωρίζουν τους Δημοκρατικούς από τους Εθνικιστές κατά την άμυνα της Μαδρίτης. Ο Ντελφόρο, καθηγητής Ιστορίας και Γεωγραφίας, μέλος της Σοσιαλιστικής Νεολαίας, ερωτευμένος με την Κάρμεν Μουνιόθ, στρατευμένος στην υπόθεση της δημοκρατίας και της κοινωνικής απελευθέρωσης, στέλεχος αργότερα του Κομμουνιστικού Κόμματος, έχει δει τα σκυλιά αυτά, την ώρα που διοικούσε το τάγμα του από τα χαρακώματα. Απέναντι από την Πανεπιστημιούπολη της Μαδρίτης, στο Κάσα ντε Κάμπο, τα σκυλιά τρέφονταν από τους εκατοντάδες νεκρούς και των δύο πλευρών. Ο Ντελφόρο τα βλέπει στους εφιάλτες του.

Ο Ντίμας Πράδο αναλαμβάνει την εξιχνίαση – ή καλύτερα τη συγκάλυψη – ενός αποτρόπαιου εγκλήματος, μιας διπλής δολοφονίας, μιας καλής κυρίας του Μπούργκος και μιας νεαρής Αφρικανής. Η νεαρή – μάλλον πόρνη – βρίσκεται με ξεσκισμένες τις σάρκες των ευαίσθητων σημείων της, σαν να την έχουν φάει λύκοι και τσακάλια. Ο αστυνομικός Πράδο, το 1938 επιχειρεί να μετακινηθεί από τη φασιστική Φάλαγα στον κρατικό μηχανισμό των Φρανικιστών που τότε συγκροτείται. Η επιτυχής συγκάλυψη του εγκλήματος, καθώς φαίνεται, αποτελεί προϋπόθεση για μια τέτοια μεταπήδηση. Ταυτόχρονα ο Πράδο γνωρίζει και ερωτεύεται την Άνα Μουνιόθ, γραμματέα που κινείται στο κατάμεστο από στελέχη της κυβέρνησης και Γερμανούς στρατιωτικούς απεσταλμένους, Μπούργος. Η έρευνα τον οδηγεί στο περιβάλλον της προσωπικής φρουράς του ίδιου του Καουντίγιο, του Φράνκο, επικεφαλής των εθνικιστικών δυνάμεων και προμάχου της “νέας” φασιστικής Ισπανίας.

Εντελώς αντίθετη φιγούρα, ο Χουάν Ντελφόρο, ιδεαλιστής και ταυτόχρονα ικανός έφεδρος υπαξιωματικός, αναλαμβάνει διαδοχικά πόστα στις Λαϊκές Πολιτοφυλακές, καθώς ο στρατός – και κατά βάση οι αξιωματικοί του – κατά πλειοψηφία πέρασε με τη μεριά των στασιαστών. Ο Juan Madrid περιγράφει όλο το μεγαλείο της αυτοθυσίας του δημοκρατικού λαού της Ισπανίας, αλλά και την άτολμη και φοβική στάση των ηγετών του, στάση που έδωσε όλο το χρόνο στη φασιστική συνωμοσία να στεριώσει. Η ανοικτή στήριξη των ευγενών, της εκκλησίας, των γαιοκτημόνων και της υψηλής αστικής κοινωνίας προς το πραξικόπημα, καθώς και η ευμενής προς το Φράνκο “ουδετερότητα” της Αγγλίας και της Γαλλίας έμελε να γείρει γρήγορα την πλάστιγγα υπέρ των φασιστικών δυνάμεων.

Το νουάρ στοιχείο είναι η αφορμή για μια μεγάλη ιστορία της Ισπανίας του 20ου αιώνα, όπως αυτή εξελίσσεται σε τρεις διαφορετικές χρονικές στιγμές:

Το καλοκαίρι του 1936 στη Μαδρίτη, όταν ο ενθουσιασμός των υπερασπιστών της Δημοκρατίας οδήγησε χιλιάδες πολιτοφύλακες και δημκρατικούς πολίτες στην ένοπλη άμυνα απέναντι στο φασισμό.

Τον χειμώνα του 1938 στο Μπούργος όταν, παρά τις αντεπιθέσεις του Δημοκρατικού Στρατού, σφίγγει ο φασιστικός κλοιός γύρω από τη Μαδρίτη. Στον πόλεμο φθοράς που διεξάγει ο Φράνκο με την άπλετη υποστήριξη του Χίτλερ και του Μουσολίνι, αλλά και των αμερικανικών κεφαλαίων, η ισπανική Δημοκρατία πνίγεται αβοήθητη, άοπλη και ανήμπορη από το εμπάργκο που εφαρμόζουν οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες, στο όνομα της τάχα ουδετερότητας.

Την άνοιξη – καλοκαίρι του 1946, όταν τα απομεινάρια του Δημοκρατικού Στρατού και του παράνομου Κομμουνιστικού Κόμματος δέχονται συντριπτικά χτυπήματα από την φασιστική καταστολή, καθώς οι ΗΠΑ αποφασίζουν ότι αντί να τιμωρήσουν τον σύμμαχο του Άξονα και να αποκαταστήσουν τη Δημοκρατία, είναι προτιμότερο να ενισχύσουν και να διατηρήσουν έναν φανατικό αντικομμουνιστή στην εξουσία.

Ο Juan Madrid, λιγότερο από μια αστυνομική ιστορία αφηγείται την έναρξη και την ήττα της ισπανικής επανάστασης κατά τον εμφύλιο πόλεμο. Υπανίσσεται τη βρώμικη μετάβαση από το φρανκικό καθεστώς στη βασιλευόμενη δημοκρατία του Χουάν Κάρλος, καθώς και τη διατήρηση σε ισχύ του εγκληματικού φασιστικού κρατικού μηχανισμού. Η θέση του συγγραφέα είναι σαφής και την εκφράζει κάποια στιγμή ο πρωταγωνιστής του. Ο Χουάν Ντελφόρο, παρά το ότι κρατά ημερολόγιο για τα χρόνια της ανόδου και της τραγωδίας της δημοκρατικής επανάστασης, δεν μετέτρεψε τις σημειώσεις του σε βιβλίο:

“Θα το έγραφε ο γιός του. Θα το έκανε για να μην ξεχάσει ποτέ ο κόσμος για τι είναι ικανός ο φασισμός. Θα μιλούσε για την ντροπή, την ταπείνωση, τη φοβερή καταπίεση, αλλά και για εκείνους τους πολιτοφύλακες της Δημοκρατίας που συνέχισαν τον αγώνα και μετά την ήττα, επειδή ποτέ δεν θεώρησαν ότι νικήθηκαν. Ο μακρύς αντιδικτατορικός αγώνας, επί σαράντα ατέλειωτα χρόνια ήταν το πιο σημαντικό μνημείο ανθρώπινης ηθικής στην Ευρώπη του εικοστού αιώνα”.

Θα μπορούσε να συμπληρώσει κανείς ότι αποτελεί και μνημείο μιας τεράστιας και επιδέξια κουκουλωμένης υποκρισίας ανά την ευρωπαϊκή ήπειρο, που τη μία μέρα έβγαζε λόγους για την “καλή αστική δημοκρατία” και τον “κοινό ευρωπαϊκό πολιτισμό” και την άλλη μέρα στήριζε φασιστικά και δικτατορικά καθεστώτα, αρκεί να είναι στην πρώτη γραμμή του αντικομμουνισμού. Αλλά η συζήτηση πάει αλλού.

Τα σκυλιά που κοιμούνται δεν διεκδικούν δάφνες μεγάλης λογοτεχνικής αξίας, δεν είναι καν ένα κλασικό νουάρ με την αντίστοιχη ατμόσφαιρα. Αποτελεί ωστόσο ένα εξαιρετικό ιστορικό – πολιτικό βιβλίο με ένα έγκλημα να είναι μια μικρή αφορμή για τη διήγηση, η δε εξιχνίαση του εγκλήματος, υπαινικτικά και μόνο μπορεί να διατυπωθεί: Ο φασισμός, και ειδικά οι ηγέτες του, είναι ικανοί όχι μόνο για τα μεγαλύτερα μαζικά εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα, αλλά και για κάθε είδους απάνθρωπο έγκλημα σε ατομική βάση.

Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζεται ο Juan Madrid.

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *