Ένας Raymond Chandler στα καλύτερά του. Trouble is my business. Η ιστορία γράφεται τον Αύγουστο του 1939 και δημοσιεύεται στο Dime Detective. Είναι το δεύτερο περιοδικό με το οποίο συνεργάζεται στενά ο Chandler μετά το Black Mask. Τον ίδιο χρόνο εκδίδεται το πρώτο του βιβλίο “The Big Sleep” και ο Ray κατακτά την αιωνιότητα.

Στο διήγημα όπως εκδόθηκε το 1939 ο ντετέκτιβ είναι ο Τζον Ντάλμας. Στην επανέκδοσή του το 1950 στη συλλογή “The simple act of murder”, πρωταγωνιστής είναι πια ο θρυλικός Φίλιπ Μάρλοου. Είναι ένα από τα λίγα διηγήματα που δεν χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για ένα από τα εφτά βιβλία που εξέδωσε ο Chandler. Ίσως γιατί είναι αρκετά πλήρες στην πρώτη του μορφή.

Όπως πάντα η πρώτη παράγραφος μιας ιστορίας του Raymond Chandler σπάει κόκκαλα. Απολαύστε:

Η Άννα Χάλσεϊ ήταν ένας κινούμενος όγκος γύρω στα 120 κιλά, μεσόκοπη, με πρόσωπο μπλαστρωμένο στο μακιγιάζ και φορούσε μαύρο ταγιέρ. Τα μάτια της ήταν δύο αστραφτερές μαύρες κουμπότρυπες και τα μάγουλά της ωχρά και μαλακά σαν ξίγκι. Καθόταν πίσω από ένα μεγάλο γυάλινο γραφείο που έμοιαζε με τον τάφο του Ναπολέοντα. Κάπνιζε ένα τσιγάρο με μια μακριά μαύρη πίπα που έμοιαζε σαν κλειστή ομπρέλα.

Χρειάζομαι έναν άντρα, είπε…

Ο Τζον Ντάλμας, μέσω της Άννας Χάλσεϊ, αναλαμβάνει το ξεκαθάρισμα ενός μπελά: Ο γιος του κυρίου Τζίτερ, ενός πλούσιου Καλιφορνέζου έχει μπλέξει με μια εντυπωσική ξανθιά, τη Χάριετ Χάντρες που του τα μασάει. Η Χάριετ το παίζει κράχτης για τον Μάρτι Έστελ, ανθρώπου της νύκτας και του τζόγου που διεκδικεί τα χρωστούμενα του Τζίτερ υιού στα χαρτιά.

Όταν ο Ντάλμας ακούει το όνομα Μάρτι Έστελ κάνει να φύγει:

Άρχισα να σηκώνομαι από την καρέκλα μου. Ύστερα όμως θυμήθηκα πως εδώ κι ένα μήνα δεν πήγαιναν καλά οι δουλειές και χρειαζόμουν λεφτά.

Ξανακάθισα.

Υπάρχει κίνδυνος βέβαια, είπε η Άννα. Από ότι ξέρω ο Μάρτι Έστελ δεν έχει ξεπαστρέψει κανένα μέρα μεσημέρι αλλά δεν παίζει και με γκαζάκια.

Ο κίνδυνος είναι η δουλειά μου, απάντησα. Εικοσιπέντε τη μέρα και διακόσια πενήντα αν βγάλω πέρα τη δουλειά.

Ναι, αλλά πρέπει να βγάλω κι εγώ κάτι, παραπονέθηκε η Άννα.

Εντάξει δεν χάθηκε ο κόσμος. Ένα σωρό χαμαλίκι έχει η πιάτσα. Χάρηκα που είσαι καλά. Γεια χαρά Άννα.

Αυτή τη φορά σηκώθηκα για τα καλά. Δεν άξιζε και πολύ η ζωή μου, τόσο όμως άξιζε….

Ο Ντάλμας από την αρχή δεν συμπαθιέται με τον πελάτη του τον πλούσιο και ψηλομύτη Τζίτερ:

Μπήκε μέσα γρήγορα, έκλεισε την πόρτα και τράβηξε απότομα από το τσεπάκι του γιλέκου του ένα λεπτό πλατινένιο ρολόι και το κοίταξε… Κρατούσε ένα εβένινο μπαστούνι με ασημένια λαβή, φορούσε γκέτες και έδειχνε κομψός εξηντάρης, αλλά εγώ τον έκανα καμιά δεκαριά χρόνια μεγαλύτερο. Δεν μ’ άρεσε ο τύπος…

…Ο κύριος Τζίτερ ξανακοίταξε το ρολόι του και εκνευρίστηκε. Το ξανάχωσε βιαστικά στο τσεπάκι του.

Όλα αυτά είναι δικιά σου δουλειά, μου πέταξε με κοφτό ύφος. Ο εισαγγελέας είναι προσωπικός μου φίλος. Αν το ζήτημα αποδειχτεί πέραν των δυνάμεών σου…

Ναι, του είπα. Αλλά του λόγου σας καταδεχτήκατε να χτυπήσετε την πόρτα μας παρόλο που έχετε τον εισαγγελέα στο τσεπάκι σας, μαζί με κείνο το ρολόι…

Ο Ντάλμας επισκέπτεται την εντυπωσιακή Χάριετ, της προτείνει λεφτά για να αφήσει τον νεαρό Τζίτερ, αλλά εκείνη του αποκαλύπτει το σχέδιο εκδίκησής της: Ο Τζίτερ είχε καταστρέψει τους γονείς της, με νόμιμο βέβαια τρόπο – καπιταλισμός γαρ, οδηγώντας τον πατέρα της στην αυτοκτονία και τη μάνα της στο θάνατο. Τώρα θέλει να πονέσει τον γέρο και να πάρει το αίμα της πίσω.

Στην ιστορία μπαίνουν και δύο μπράβοι, ένας κοντός χαζός κι ένας ψηλός, με “μυτερό πρόσωπο σαν σφήνα κι όλο γωνίες. Είχε σκοτεινά υγρά μάτια και μια μύτη δίχως καθόλου αίμα σαν να ‘ταν φτιαγμένη από άσπρο κερί”.

Οι μπράβοι προσπαθούν να τρομοκρατήσουν τον Ντάλμας, αλλά καταλαβαίνουν οσονούπω πως ο κίνδυνος είναι όντως η δουλειά του σκληρού ντετέκτιβ.

Στην ιστορία μπαίνει και ο σοφέρ του Τζίτερ, ένας Τζορτζ ψηλός, σωματώδης, μελαχροινός. Όπως μεταφέρει τον Ντάλμας στο σπιτικό του Τζίτερ στο Μπελ Αιρ, πέφτουν στην παγίδα των δύο μπράβων. Ο Τζορτζ με ανατριχιαστική ευκολία φυτεύει μια σφαίρα στο κούτελο του κοντού. Αυτός ο σοφέρ μάλλον ξέρει κάτι περισσότερο απ’ το να οδηγάει αυτοκίνητα.

Στην επόμενη επίσκεψή του στη Χάριετ ο Ντάλμας θα βρει μπροστά του τον Μάρτι Έστελ που θα εκτιμήσει το γεγονός ότι δεν έχουν μπλεχτεί ακόμα οι μπάτσοι στην ιστορία. Θα ανακαλύψει όμως το πτώμα του νεαρού Τζίτερ στην ντουλάπα της Χάριετ οπότε η ιστορία περιπλέκεται.

Ο ψηλός μπράβος ξαναεπισκέπτεται τον Ντάλμας:

Τον καθάρισες λοιπόν τον φιλαράκο μου, είπε.

Σηκώθηκε σιγά σιγά, διέσχισε το δωμάτιο και κόλλησε το εικοσιδυάρι του στο λαιμό μου. Το χαμογελαστό του στόμα με τα λεπτά χείλη, έμοιαζε, παρά το χαμόγελο, εντελώς ανέκφραστο σαν την κερένια άσπρη μύτη του. Έχωσε ήρεμα το χέρι του κάτω από το σακάκι μου και πήρε το λούγκερ. Από δω και πέρα πρέπει να το αφήνω σπίτι μου αφού μπορεί ο καθένας να μου το παίρνει τόσο εύκολα…

Θανατερές ατάκες, αξεπέραστο ύφος. Η πλοκή είναι δευτερεύουσα όταν διαβάζεις τέτοιο διαμάντι. Άλλωστε μόνο από τον τίτλο του παίρνεις μια ιδέα. Αν και το trouble θα μπορούσε να μεταφραστεί καλύτερα σε “μπελάς” παρά σε “κίνδυνος”. Για να μην σας μεταφέρω όλη την ιστορία και με κυνηγάνε και οι εκδότες, αναζητήστε το στα βιβλιοπωλεία. Προτιμάω περισσότερο την έκδοση από τον Μαύρο Ήλιο σε καλαίσθητο μικρό βιβλίο τσέπης και μετάφραση Νίκου Μπαλή.

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *